Ο σακχαρώδης διαβήτης, μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από αυξημένο σάκχαρο στο αίμα, επηρεάζει περίπου 23 εκατομμύρια άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμη περισσότεροι εκτιμάται ότι έχουν προ-διαβήτη, μια κατάσταση κατά την οποία το σάκχαρο στο αίμα είναι υψηλότερο από το φυσιολογικό, αλλά όχι αρκετά υψηλό για να θεωρηθεί διαβήτης. Ο προ-διαβήτης αν δεν αντιμετωπιστεί σωστά, μπορεί να οδηγήσει σε διαβήτη τύπου 2. Τα συμπτώματα του διαβήτη περιλαμβάνουν κόπωση, υπερβολική δίψα, θολή όραση, και απώλεια βάρους.
Υπάρχουν δύο τύποι σακχαρώδη διαβήτη – ο τύπου 1 και ο τύπου 2. Ο διαβήτης τύπου 1 είναι λιγότερο συχνός από ότι ο τύπου 2, αλλά πιο σοβαρός. Ο σακχαρώδης διαβήτης Τύπου 1, που αναφέρεται επίσης ως «ινσουλινοεξαρτώμενος» ή «νεανικός» διαβήτης, είναι πιο συχνός στα παιδιά. Οι οργανισμοί των ατόμων με διαβήτη τύπου 1 είτε δεν μπορούν να παράγουν ινσουλίνη (η ορμόνη που μεταφέρει τη γλυκόζη από την κυκλοφορία του αίματος στα κύτταρα), ή παράγουν πολύ λίγη. Οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 1 πρέπει να λαμβάνουν ινσουλίνη κάθε μέρα.
Ο διαβήτης τύπου 2 αφορά έως και το 95 % των πασχόντων από διαβήτη. Στο διαβήτη τύπου 2, ο οργανισμός αδυνατεί να χρησιμοποιήσει σωστά την ινσουλίνη, η οποία οδηγεί σε συσσώρευση του σακχάρου στο αίμα. Συχνά η υιοθέτηση υγιεινού τρόπου ζωής, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής άσκησης και της σωστής διατροφής, μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του διαβήτη τύπου 2. Προδιαθεσικοί παράγοντες είναι το αυξημένο σωματικό βάρος, το οικογενειακό ιστορικό της νόσου καθώς και η εμφάνιση διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.